Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Περιπλάνηση νοl 1



Ξημερώνει η Κυριακή, πορτοκαλιά μες στο κουστούμι της. Με στεντόρεια φωνή κραυγάζει το παρόν της, Ο ήλιος ντροπαλός χαϊδεύει απαλά τις ψυχές των ανθρώπων. Μία απ’αυτές είναι και η δική μου. Παραξενεύομαι. Είναι εδώ για να τροφοδοτήσει σιωπηλά την ανάσα, που παρ’ολίγο να χανόταν. Ο βορειάς ήταν έτοιμος να την πάρει μαζί του. Παρατρίχα γλίτωσε.

Έβαλα πλώρη για άγνωστες διαδρομές. Ένα ακόμη δειλινό με βρίσκει να διασχίζω ανοίκειους δρόμους με τα βλέφαρα σκασμένα. Ένοχα βλέμματα, χρόνια φαγωμένα με προσπερνούν. Υγρά μάτια, σκουριασμένα σώματα. Δεν χαμηλώνω το βλέμμα μου. Συνεχίζω να τους κοιτώ. Κατάματα. Σήμερα, ναι σήμερα, το λιγότερο που οφείλεις να κάνεις είναι να κοιτάξεις τον άλλον κατάματα. «Δεν γίνεται, χρωστάω πολλά», μου απαντάς.

Άλλη μία μέρα σιωπής. Μία φιγούρα γνώριμη με κοιτά και μου λέει «Βλέπεις, δεν στο πα ποτέ, με έχεις γερά δεμενή». Ράγισε η καρδιά μου. Δεν κατάλαβα. Δεν είπα λέξη απλώς συνέχισα το περπάτημα. Ήθελα να της πω πως μου θυμίζει μία κυρία που ήταν κρυμμένη σε ουρανούς που φοβόταν. Παγιδευμένη εκεί, έβγαινε μόνο όταν της έλεγες «Μου έλειψες, μη πεις τίποτα, απλά κοίτα με». Αφήνε συχνά κάτω τα μαλλιά της, με την ελπίδα πως θα της χτυπήσει την πόρτα, αυτή η ψευδαίσθηση ελευθερίας που κάπου-κάπου την επισκεπτόταν. Ξεχάστηκε και αυτή. Γύρισα πίσω να την προλάβω. Μα είχε ήδη εξαφανιστεί.

Προχωρώ. Μουσικές αλλότριες ακούγονται πίσω από τα σκονισμένα πατζούρια. Μία κοπέλα παίζει ένα ξεκούρδιστο πιάνο στον 3ο όροφο μιας παλιάς πολυκατοικίας. Το πιο ωραίο τραγούδι που έχω ακούσει. Την χειροκροτώ. Πού θα καταλήξει αναρωτιέμαι. Ένας άλλος, παραπατάει καθώς προσεύχεται να φτάσει σπίτι του, φαίνεται σουρωμένος. Καταπιάνομαι για λίγο με την ζωγραφική. Σχεδιάζω νοητά προορισμούς. «Είναι ωραία η ζωή» σκέφτομαι.

Παίρνω το δρόμο που βγάζει από την πόλη. Έφθασα κιόλας στο λιμάνι. Θα ήθελα να ήμουν σαν και σένα. Ένα πλοίο, με τα πανιά του ανοιγμένα, έτοιμο για αναχώρηση. Να μπορούσα σαν και σένα να μην χάσω άλλη μία όμορφη νύχτα. Με ρωτάς γιατί όχι; Δεν έχω απάντηση. Είναι που σιγά σιγά πέφτουν τα φύλλα, και ο χειμώνας καραδοκεί να μαστιγώσει τις ψυχές μας. Κοιτώ το ρολόι. Πέρασαν ήδη κάμποσες ώρες. Ήρθε η ώρα του γυρισμού. Δύσκολη ώρα..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου